Το Συγκρότημα Καλλιτεχνών Λύσης, ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ., ιδρύθηκε στη Λύση το 1961. Ήταν η φυσιολογική προέκταση μιας πλούσιας πολιτιστικής παράδοσης που υπήρχε στη κωμόπολη της Λύσης, απ’τις αρχές του περασμένου αιώνα. Φορείς της πολιτιστικής αυτής παράδοσης ήταν αρχικά ψάλτες, λαϊκοί τραγουδιστές και οργανοπαίκτες, στη συνέχεια δε και οι διάφοροι μορφωτικοί σύλλογοι, που επικέντρωναν τη δραστηριότητα τους τόσο στο ανέβασμα θεατρικών έργων, όσο και στη διοργάνωση χορωδιακών εκδηλώσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη Λύση λειτούργησε το 1917 ύστερα από πρωτοβουλία του Πρωτοψάλτη Γιάγκου Σουρουλλά, η πρώτη στη Κύπρο εκκλησιαστική χορωδία, που υφίσταται ως σήμερα φέροντας το όνομά του.
Απλοί άνθρωποι από το πλατύ αυτό πολιτιστικό φάσμα, αποτέλεσαν το 1961, τον πρώτο πυρήνα του λαϊκού, μουσικοχορευτικού συγκροτήματος, ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ., που είχε θέσει σαν κύριο άξονα των δραστηριοτήτων του την διατήρηση, διάδοση και προβολή του λαϊκού πολιτισμού της Κύπρου.
Στόχος και επιδίωξη του ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. δεν ήταν απλά η μουσειακή παρουσίαση κυπριακών χορών, αλλά η δημιουργία πιο σύνθετων και δραματοποιημένων μορφών παρουσίασης του κυπριακού λαϊκού πολιτισμού σ’ όλες του τις πτυχές, στο χορό, στο τραγούδι, τη μουσική τους θρύλους και παραδόσεις, τα ήθη και έθιμα της καθημερινής ζωής.
Το ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο κυπριακό κοινό, στη Λύση, το Νοέμβρη του 1961 με μια δραματοποιημένη, σκηνική αναπαράσταση των εθίμων του κυπριακού γάμου, την ηθογραφική, μουσικοχορευτική παντομίμα « Ειδύλλιο και Γάμος ». Ήταν μια αναπαράσταση που χρησιμοποιήθηκε αργότερα πλατιά και από άλλες χορευτικές ομάδες.
Ο χαρακτηρισμός ηθογραφική, μουσικοχορευτική παντομίμα, που δόθηκε στο πρώτο αυτό έργο του ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ., μαρτυρεί τις αντιλήψεις του συγκροτήματος όσον αφορά στις νέες μορφές διάδοσης και διατήρησης του Λαϊκού Πολιτισμού. Μορφές που ξέφευγαν πλέον από τη μουσειακή παρουσίαση μεμονωμένων χορών και περνούσαν στη σφαίρα μιας νέας συγκροτημένης μορφής μπαλέτου.
Το χορόδραμα «Ειδύλλιο και γάμος» το 1961, ακολούθησαν τα χοροδράματα «Στα μαρμαρένια αλώνια» (1966) και «Βαθκιές Ρίζες» (1978) σε χορογραφίες του χορογράφου του συγκροτήματος Αριστόδημου Αυξεντίου.
Τη σημασία και το νόημα της δημιουργίας του ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. καθόρισε με τον πιο εύστοχο τρόπο ο διαπρεπής αυστριακός εθνομουσικολόγος καθηγητής Wolfgang Suppan του πανεπιστημίου του Graz της Αυστρίας, στο σκεπτικό της απονομής στο ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ., το 1984, της σημαντικότερης διεθνούς αναγνώρισης που κέρδισε το συγκρότημα, του «Ευρωπαϊκού Βραβείου Λαϊκής Τέχνης» του Ιδρύματος FVS του Αμβούργου:
«…Μουσική, χορός και τραγούδι δεν είναι για το ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. μια διασκέδαση χωρίς νόημα, ένα αντικείμενο βάναυσης οικονομικής εκμετάλλευσης, ένα περιθωριακό στολίδι της κοινωνίας. Είναι ένα πραγματικό πολιτιστικό, κοινωνικοπολιτικό μέσο διαμόρφωσης σε πολύ ψηλό βαθμό της κοινωνικής συνείδησης…»
Το ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. έχει δώσει ένα μεγάλο αριθμό παραστάσεων σε πολλές χώρες της Ευρώπης, της Αμερικής και της Μέσης Ανατολής κερδίζοντας σημαντικά διεθνή βραβεία.
Για πρώτη φορά το ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. βραβεύτηκε στην πατρίδα του το 1995, με το «Βραβείο πολιτιστικής Προσφοράς Τεύκρου Ανθία-Θεοδόση Πιερίδη»
Σημαντική είναι η δραστηριότητα του ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. και όσον αφορά στη προβολή ανθρώπων των οποίων τη σημαντική και ρηξικέλευθη προσφορά στον πολιτισμό της Κύπρου έγκαιρα έχει αναγνωρίσει. Τέτοιες πρωτοβουλίες είναι μεταξύ άλλων η έκδοση της ποιητικής συλλογής του Παύλου Λιασίδη «Να πεθάνει ο χάρος», το 1966
και η ανέγερση στη Λάρνακα το 2001 μνημείου για τον λυσιώτη ποιητή.
Το 1970, συνειδητοποιώντας πλέον τη σημασία της ποίησης του Λιασιδη για τη κυπριακή γραμματολογία, αλλά και τη σπάνια υφή της φωνής του ποιητή, το ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. προχώρησε στην έκδοση του δίσκου μακράς διάρκειας «Όμορφη Κύπρος». Ο δίσκος περιλάμβανε εφτά τραγούδια σε μουσική του διευθυντή του ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ. Κωστή Κωστέα επιμελημένα από τον Νίκο Κυριάκου και στίχους του Παύλου Λιασίδη, καθώς και 21 ποιήματα του Λιασίδη απαγγελμένα από τον ίδιο τον ποιητή.
Ο δίσκος αυτός αποτελεί σήμερα ένα σπάνιο ντοκουμέντο, όπου ο Λιασίδης απαγγέλλει ο ίδιος τα ποιήματα του.
Συνολικά το ΣΥ.ΚΑ.ΛΥ., έχει εκδώσει πέντε δίσκους με κυπριακά τραγούδια σε μουσική Κωστή Κωστέα και στίχους του Παύλου Λιασίδη και άλλων λαϊκών ποιητών.